Η µέρα της αναχώρησης πλησίαζε κι ένιωθε πως όλα µέσα της της έδιναν, µε το χαρακτηριστικό της επείγουσας ανάγκης, την ώθηση να πραγµατοποιήσει αυτή της την επιθυµία. Υπήρχαν σηµάδια για την αναγκαιότητα αυτού του ταξιδιού, σηµάδια που δεν έπρεπε να αγνοήσει. Πρώτα ο Λαέρτης, που µπήκε εκείνη την ηµέρα στο παλαιοβιβλιοπωλείο, αναζητώντας κάτι τόσο σπάνιο, κρατώντας στην ανοιχτή παλάµη του το κοχύλι του παππού του. Ύστερα η θύµηση και ο συσχετισµός µε το τούλι και τα κοχύλια της Έλεν, καθώς και η ανεξήγητη κίνηση που έκανε να τα πάρει µαζί µε ελάχιστα άλλα πράγµατα φεύγοντας από το νησί. Και, τέλος, η συζήτηση µε τον Βλαδίµηρο για τον φίλο του που ήθελε να κάνει το Καµίνο για να βρει τον εαυτό του. ?εν µπορεί όλα αυτά να ήταν τυχαία. Κάτι της έλεγε καθαρά πως ήταν σηµάδια που της έδειχναν έναν άλλο δρόµο από αυτόν που είχε ακολουθήσει µέχρι τώρα.
Η Στελλίνα επιστρέφει έπειτα από χρόνια στο αποµονωµένο κυκλαδονήσι, όπου η µητέρα της κατηγορείται για τη δολοφονία της ηλικιωµένης «Εγγλέζας», στην οποία δούλευε για πολλά χρόνια ως οικονόµος. Η τεταµένη σχέση µητέρας και κόρης, µε µνήµες που αναδύονται από το επώδυνο παρελθόν, οδηγεί σε απρόβλεπτες εξελίξεις.
Τα χρόνια περνούν και η µνήµη έχει κρατήσει επιλεκτικά τις πρώτες εικόνες που έχουν αποµείνει φυλακισµένες στα αθώα παιδικά της µάτια. Μια λύπη όµως την πνίγει, µια φωνή µέσα της εξακολουθεί να τη βασανίζει. Έντονη επιθυµία να φύγει την κυριεύει. Να φύγει ναι, αλλά για πού;
Και τότε ένα τυχαίο όπως πιστεύει συναπάντηµα έρχεται να σπείρει µέσα της την επιθυµία για «τον δρόµο των αστεριών». Αποφασίζει να διανύσει το Καµίνο, τον πασίγνωστο από τον Μεσαίωνα δρόµο προσκυνήµατος προς τον ναό του Αγίου Ιακώβου στο Σαντιάγο ντε Κοµποστέλα της Ισπανίας. Ένα ταξίδι γεωγραφικό, ιστορικό, πνευµατικό, όπου η Στελλίνα οδηγείται βήµα βήµα, µέσα από συνεχείς αναδροµές στο οδυνηρό παρελθόν, σ’ ένα υπαρξιακό ταξίδι αυτογνωσίας.