“Ομολογώ ότι συνεχίζω να γράφω για καθαρά ηδονοθηρικούς λόγους. Γράφω για μένα και για τους φίλους μου. Δεν διαθέτω ευρύ κοινό, μήτε φήμη ή κρατικό βραβείο. Γνωρίζω εις βάθος τη λογοτεχνική στρατηγική και την περιφρονώ. Με θλίβει η αφέλεια των συγχρόνων μου και τη σέβομαι. Επιπλέον,
κολακεύομαι να πιστεύω ότι δεν επαναλαμβάνομαι ποτέ, ότι δε ζητάω δανεικά από ξένες δόξες, ότι είμαι πάντα παρθένος κι ότι αυτός ο ναρκισσισμός πληρώνεται πολύ ακριβά. Με την αδιαφορία των άλλων. Εγώ, όμως, όπως είπα, γράφω για καθαρά ηδονοθηρικούς λόγους.”
Ένας εκκεντρικός αφηγητής καταγράφει σ’ ένα ημερολόγιο την καθημερινή του πάλη με τα πάθη και τις διαστροφές του, ενώ οδηγείται, σχεδόν νομοτελειακά και αναπότρεπτα, στην τέλεση ενός φόνου. Βρισκόμαστε μπροστά σ’ ένα ιδιότυπο “ημερολόγιο ενός δολοφόνου”, αλλά και μπροστά σ’ ένα χρονικό του τέλους μιας εποχής, το οποίο είναι ταυτόχρονα και ένα αριστοτεχνικό πορτρέτο της ανθρώπινης ψυχής, με όλες τις υπερβολές και τα καπρίτσια της.