Οι αναγνώστες αυτού του βιβλίου, κληρικοί και λαϊκοί, έχουν την ευκαιρία να ταξιδεύσουν μέσα στον χώρο και τον χρόνο και να ακούσουν τους Αποστόλους και στη συνέχεια τους μαθητές τους να κηρύττουν και να γνωρίσουν τους εκφραστικούς τρόπους που χρησιμοποίησαν, για να διατυπώσουν το ευαγγέλιο της χάριτος και της αληθείας. Συγχρόνως είναι δυνατόν να κατανοήσουν τις επιδράσεις που δέχτηκε το χριστιανικό κήρυγμα στη διαμόρφωσή του από το πολιτιστικό περιβάλλον όπου εξαπλώθηκε και το κριτήριο των φωτισμένων μεγάλων Διδασκάλων του 4ου αι. για τη μεταφορά του μηνύματος της εν Χριστώ σωτηρίας σε απαιτητικούς κύκλους φιλοσόφων, ρητόρων και σοφιστών.
Το κύρηγμα της Εκκλησίας διαμορφώθηκε μέσα στην ελληνιστική οικουμένη, όπου εξαπλώθηκε κατά τους τέσσερις πρώτους αιώνες. Από τη Συναγωγή προσέλαβε την ερμηνευτική αρχή “η Γραφή ερμηνεύει τη Γραφή”, από τον πολιτιστικό περίγυρο την ελληνιστική Κοινή και τους εκφραστικούς τρόπους, που χρησιμοποιούσαν στην προφορική τους διδασκαλία οι Κυνικοί. Η ποιμαντική ανάγκη το ευαγγέλιο της χάριτος και της αληθείας να προσεγγίσει τους ισχυρούς ρήτορες και φιλοσόφους της εποχής επέβαλε μία γλωσσική πολιτική, που προσδιόρισε την τελική μορφή που πήρε η ομιλία, ως νέο λογοτεχνικό είδος: το περιεχόμενό της είναι πάντοτε το μήνυθα της εν Χριστώ σωτηρίας, όμως το ύφος της προσαρμόστηκε στις απαιτήσεις του αττικισμού και της επιδεικτικής ρητορείας.