Ένα κορίτσι, μόνο σε μιαν ακτή. Έχουν περάσει δέκα χρόνια από τότε που άρχισε ο πόλεμος, που τώρα τέλειωσε. Όσοι έζησαν έφυγαν κι έμεινε πια μόνον εκείνη. Αλλά δεν είναι μόνη. Γιατί υπάρχουν ολόγυρα οι θεοί και προπαντός ο Απόλλωνας, ο εχθρός της, που θέλει να της πάρει το μόνο που της απέμεινε, τη μνήμη της. Και γι’ αυτό, στέλνει μια από τις κόρες της Μνημοσύνης να της την κλέψει.
Η Μούσα θα της πάρει τα λόγια που θα γίνουν το πιο διάσημο τραγούδι των αιώνων για τους πολεμιστές, για τη δόξα, για το θάνατο. Για τους ήρωες. Και για τον έρωτα.
Γιατί αυτή, η πιο διάσημη ιστορία του κόσμου, είναι και μια ιστορία αγάπης. Ενός κοριτσιού που το φώναζαν Βρισηίδα, κι ενός αγοριού που το έλεγαν Αχιλλέα.
***
Τα τζιτζίκια επιτέλους σταμάτησαν. Η απόγνωσή τους επιτέλους κόπασε κι έτσι μπορώ τώρα ν’ ακούω τον αέρα που φυσάει πιο φρέσκος γύρω απ’ τα σχίνα, και το σούρσιμο της σαύρας, και το φτεροκόπημα του πουλιού που ξαφνικά αναπήδησε μέσα από το θάμνο – γιατί το πουλί την κατάλαβε καθώς πλησίαζε, στην αρχή αθόρυβη και μετά όχι, σαν μουσική που πυκνώνει τις νότες της. Κι εγώ την κατάλαβα, τ’ αυτιά μου βουίζουν με τις χίλιες φωνές που κουβαλά.